Η ΜΥΓΑ

Clipart Radio
 
Είμαι μία μύγα. Είναι νύχτα κι εγώ κόβω βόλτες γύρω από κάποιον που κάθεται στο
μπαλκόνι του. Βλέπω ότι φοράει ακουστικά και ακούει μουσική, δίπλα του πάνω στο
χαμηλό τραπέζι είναι η θήκη τού cd, και ξέρω ότι τον ενοχλώ, επιμένω όμως να
περιστρέφομαι γύρω του. Κάνει κάποιες κινήσεις με το χέρι του για να με διώξει,
απομακρύνομαι, με χάνει, νομίζει πώς δεν θα ξαναγυρίσω, εγώ όμως ξαναγυρίζω,
προσπαθεί να με πιάσει, δεν τα καταφέρνει, συνεχώς τού ξεφεύγω, απότομα
εξαφανίζομαι, αφήνω να περάσει λίγη ώρα και επανεμφανίζομαι ακόμη πιο δυναμική
προκαλώντας τώρα την οργή του. Είμαι μία μύγα και δεν έχω καμία σχέση μ’ αυτό
που απασχολεί την στιγμή αυτήν αυτόν τον άνθρωπο, δεν έχω ακούσει ποτέ μουσική,
ξέρω τι είναι αλλά και ξέρω ότι δεν θα ακούσω ποτέ αυτό που ακούει την στιγμή
αυτή αυτός ο άνθρωπος, όπως κι αυτός το ξέρει αυτό. Αυτή είναι η διαφορά μας.
Αυτός μπορεί και ακούει μουσική, εγώ δεν μπορώ. Αυτός είναι άνθρωπος κι εγώ
είμαι μύγα, και το μόνο κοινό που έχουμε είναι ότι γεννηθήκαμε και ότι υπάρχουμε,
κατά τα άλλα δεν μας συνδέει τίποτε . ζούμε ασφαλώς στον ίδιο κόσμο αλλά κι αυτός
δεν είναι ο ίδιος για εκείνον και για μένα : ο δικός του είναι ένας κόσμος με μουσική,
ο δικός μου χωρίς μουσική. Ποιος από τους δυό μας υπερέχει; Ποιος είναι πιο
τυχερός; Πιο προικισμένος; Ποιος έχει περισσότερα από τον άλλον; Είναι πιο
ευνοημένος από εμένα; Σε τι; Εγώ δεν θέλω να είμαι άνθρωπος, γιατί ξέρω τι είναι
άνθρωπος, αναρωτιέμαι όμως μήπως αυτός θα ήθελε να είναι μύγα επειδή κι αυτός
ξέρει τι είναι άνθρωπος. Ακούει μουσική αλλά αν, όπως λένε, η μουσική παρηγορεί,
τότε δεν θα πρέπει να είναι και πολύ καλά αυτήν την στιγμή, δεν το αποκλείω να
είναι άκεφος ή και δυστυχισμένος, να ζητάει στην μουσική μία χαρά που δεν την
βρίσκει αλλού ή που δεν τού δίνεται από αλλού. Δεν τον ζηλεύω, δεν θα ήθελα να
είμαι στην θέση του, κι αν νομίζει το αντίθετο, θα του αποδείξω ότι δεν είμαι
κατώτερή του αφού εγώ δεν έχω αισθήματα και τίποτε δεν με κάνει δυστυχισμένη,
άρα είμαι ανώτερή του, κι η μουσική που ακούει αυτός δεν τον κάνει ανώτερό μου
γιατί εκείνο που έχει πρώτο σημασία είναι το ποιος απ’ τους δυό μας είναι
δυστυχισμένος, κι εγώ δεν είμαι. Δεν θα τον αφήσω να νομίζει το αντίθετο κι ας
ακούει, όπως διαβάζω στην θήκη τού cd του, το 13ο κουαρτέτο τού Σούμπερτ.
Πέρασε αρκετή ώρα από την προηγούμενη εμφάνισή του, είναι σίγουρος ότι δεν θα
εμφανιστώ και πάλι, εμφανίζομαι κι αρχίζω πάλι να πετάω γύρω του, κοντά στο
κεφάλι του, στα αυτιά του, περνώ ξυστά από το πρόσωπό του, κάνω αισθητό τον
βόμβο μου που μες στην ησυχία τής νύχτας γίνεται ακόμη πιο ενοχλητικός, κάθομαι
κάπου, σηκώνει το χέρι για να με χτυπήσει, δεν με πετυχαίνει, τινάζομαι πάνω κι
εξαφανίζομαι, μετά από λίγο πάλι εμφανίζομαι, πιο ενεργητική, πιο ενοχλητική,
πεισματικά αδιάφορη για το ότι θέλει να ακούει ανενόχλητος την «Ροζαμούνδη» τού
Σούμπερτ. Είναι ολοφάνερο, τον έχω εκνευρίσει. Διπλώνει βιαστικά μία εφημερίδα
και με σημαδεύει μ’ αυτήν, μια δυο, τού ξεφεύγω, δεν φοβάμαι, ας με σκοτώσει,
ξαναγυρίζω, προσπαθεί να με πετύχει, αστοχεί, πάλι, αστοχεί, πάλι, τον ακούω που με
βρίζει, στην φωνή του υπάρχει μίσος και περιφρόνηση, επανέρχομαι, ηθελημένα
κάθομα
ι σ’ ένα σημείο που μπορεί εύκολα να το σημαδέψει, με σημαδεύει, με
πετυχαίνει, μένω χτυπημένη αλλά όχι νεκρή, βρίζοντας όπως μπορεί να βρίσει ένας
αφάνταστα ενοχλημένος άνθρωπος με πιάνει και μαδάει τα φτερά μου, μετά τα πόδια
μου, μετά χωρίζει το κεφάλι μου απ’ το σώμα μου και με πετάει, σκουπίζοντας μ’ ένα
μαντήλι τα χέρια του. Είμαι νεκρή κι αυτός ζωντανός αλλά ούτε και τώρα τον
ζηλεύω. Με σκότωσε και ακούει μουσική. Με σκότωσε ενώ άκουγε μουσική. Μόνον
ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει συγχρόνως και τα δύο. Αλλά κι εγώ πήγαινα
γυρεύοντας. Τι ήθελα και__
Στο σημείο αυτό, διακόπτεται το σημείωμα…
 
Φραντς Κάφκα
 

Reply